Παρασκευή 11 Αυγούστου 2017

17ο Συμπόσιο Ποίησης - Οι συμμετοχές, Μέρος 2ο





5. Αίτημα φιλίας από έναν φανταστικό φίλο

Ζητάω τη φιλία σου, σου δίνω τη δική μου
πιστά θα σε ακολουθώ σε όλη τη ζωή μου
Χάδια θα έχεις τρυφερά αυτιά να σε ακούνε
μάτια με κατανόηση, σοφά να σε κοιτούνε
Μόνιμη σχέση σταθερή κι ακλόνητη αγάπη
τρελά παιχνίδια και χαρά! Όχι, δεν είμαι απάτη!

Μπορεί να σου συστήνομαι σαν πλάσμα φαντασίας
μα δεν σου λέω ψέματα, είμαι της ουσίας!
Μη με κοιτάζεις δύσπιστα, μη χάνεις άλλο χρόνο
Το αίτημα αποδέχεσαι και μπαίνεις σ' άλλον κόσμο!
Αν με δεχτείς για φίλο σου θα μάθεις την αλήθεια,
μαζί θα ζήσουμε εμείς όπως στα παραμύθια!






6. Ζητείται φιλία

Νοικιασμένες αλήθειες 
ρουφούν το μεδούλι της
Ακριβοθώρητοι εγωισμοί 
της κλείνουν το στόμα
Μα αυτή εκεί, δούλα και κυρά 
στην υπηρεσία των ανάξιων...

Ζητούνται άνθρωποι, ζητείται φιλία... 







7. Καλοκαίρι

Σ' αναζητούσα στο διάβα των δρόμων
Σ' έψαχνα στα μονοπάτια της σκέψης μου
Σ' ονειρευόμουν στη μοναξιά μου.

Έψαχνα για έναν δικό μου φίλο
Μα παντού αντάμωνα παγωνιά.
Έλεγα δε μπορεί, υπάρχεις.

Ήρθες και απάλειψες το δάκρυ
Δρόσισες το καμένο μου κορμί
Άγγιξες το φθινοπωρινή ψυχή μου.

Το πρόσωπό μου άνθισε ξανά.
Το μπλε μου έγινε κόκκινο.
Καλοκαίρι. 






8. Ένα φτερό

Στη σκιά κρυβόμουν ρυθμίζοντας τους παλμούς
Φοβισμένος λαγός!
Έτρεμα τις λέξεις τις επίμονες των άλλων
Γιατί; Πώς; Πότε; Ποιος;
Οικεία ένιωθα στη λήθη
Ούρλιαζα!
Υπό το φως το ανακριτικό.
Με τα βιβλία κουβέντιαζα
Ηρεμούσα κάπως
Στον έρωτα υπολόγιζα ελάχιστα
Ο Έρωτας υπήρξε μαζί μου είρωνας
Φίλη ανέκαθεν έψαχνα
Το πιστό σκυλί που γλείφει τα δάκρυα.
Ένα μολύβι σου χάρισα με φούξια φτερό!
Με διάβασες
Στον ραγισμένο καθρέφτη αισιόδοξα κοιτάχτηκα
Σε ευχαριστώ.






9. Φίλος

Φίλος θα πεί στα δύσκολα
να σου κρατά το χέρι
κι όχι να είναι δίπλα σου
όποτε τον συμφέρει...
Γι αυτό και ζύγιασε καλά
των φίλων σου το πλήθος,
για να διαλέξεις τους σωστούς,
που΄χουν αλήθεια κι ήθος.
Αυτούς που μένουν δίπλα σου
σε ζόρια και καημούς,
μονάχα αυτούς λογάριαζε
φίλους αληθινούς.
Ολοι οι άλλοι δυστυχώς,
προσφέρουνε φιλία,
για πλήθος λόγους διάφορους
ή και υστεροβουλία.....






10. Αόρατο Άγγιγμα

Άνοιγε την πόρτα του δωματίου 
κι έκλεινε κάθε επαφή.
Tο μικρό δωμάτιο άντεχε 
τους φόβους του.

Οι άνθρωποι γύρω του δειλοί.
Οι φίλοι όλοι λάκισαν.

Στα πρώτα μεθύσια
τραγουδούσαν μαζί του.
Στα επόμενα 
τον κερνούσαν παραπάνω.

Μα όταν έπεφτε 
λιπόθυμος πια
τον κερνούσαν οίκτο 
και αδιαφορία.

Η δειλία μιας φιλίας
πονάει απερίγραπτα.

Μόνος του.
Αυτός και οι δαίμονές του
να τον εξουσιάζουν πανηγυρικά.

Το μήνυμά της μια όαση.
Ένα αόρατο άγγιγμα.

Ανήμπορος να σηκωθεί
ευχήθηκε να ήταν ήδη
κοντά του.

Δεν της απάντησε.
Έπρεπε πρώτα να βρει
τις δικές του απαντήσεις.

Κοιμήθηκε μετά από καιρό
ανάλαφρος.
Βρήκε κιόλας την πρώτη
απάντηση.

Έπρεπε να γίνει φίλος
με τον εαυτό του. 







11. Λέξη ιερή

Σε παρακαλώ!
Αν θέλεις έναν φίλο εξημέρωσέ με…
Είπε η αλεπού στον πρίγκιπα
και υπομονετικά περίμενε.

Σε παρακαλώ!
Αν θες ο δρόμος ο δικός μου να ανταμώσει με το δρόμο σου,
άσε με ελεύθερες ανάσες ν’ ανασαίνω.
Δως μου το χώρο και το χρόνο που χρειάζομαι
και θα σου δώσω ότι μου ζητήσεις.
Ξέρεις?
Δεν χτίζονται οι φιλίες όπως τα κάστρα κάθε καλοκαίρι
σ΄ αμμουδιές.
Βουλιάζουνε οι άνθρωποι μέσα στο νόημα που κρύβεται
πίσω από την ιερή αυτή λέξη.
Περνούν τα χρόνια και η ψυχή δε συμβιβάζεται.
Έχει επίγνωση και ξέρει τι γυρεύει.

Τι λες?
Πάμε ξανά απ’ την αρχή το δικό μας παραμύθι? 





12. Γαλάζιοι θόλοι

Μου περιέγραψες την φιλία σαν μία ολισθηρή δύναμη
μα ήταν ένα νεκρικό δέσιμο μιας αδυσώπητης, κραυγαλέας σιωπής.
Και είδα δυο μάτια, νεκρά, που γυάλιζαν,
γαλάζιοι θόλοι τα φιλούσαν

Άκουσα έναν φίλο, στο δίπλα δωμάτιο να αγκομαχά 
μα δεν ήξερα πως ήταν στρατιώτης που φύλαγε σκοπιά σε ένα πέτρινο ακρογιάλι.

Σύνδεσα αχαρτογράφητους χάρτες για να βρω
το ένοχο μυστικό της ηχηρής σιωπής
Το σμίξιμο ματιών και σκέψεων που ενώνονται
λες και μια αόρατη κλωστή το πέμπτο, ένοχο, μυστικό σκεπάζει.

Ήσουν το δόρυ που έκλεψα
και ο ψαράς που πριν χρόνια, μειλίχια, κυνηγούσα.
Ήσουν ο τύπος που μοιράστηκα την τσίχλα μου,
που δάνεισα, την βρεφική μου πάνα.

Θυμάμαι τις ασπρόμαυρες μορφές μας, στην παιδική χαρά.
Στην τραμπάλα, να με αφήσεις να ανέβω, εκλιπαρούσα.
Κι όταν ανέβαινα ψηλά, εσκεμμένα, να αργήσω να κατέβω 
- με ταλαιπωρούσες.

Σε φωνάζω, σαν κοράκι που πενθεί, σε φωνάζω.
Τριγύρω η ματιά μου αρπαχτικό, να «κλέψω» τον καλύτερο μου φίλο.

Θάβω, 
με τα νύχια μου σκάβω και θάβω την σκισμένη, λευκή σου μπλούζα.

Θάβω, 
Και σε φωνάζω

Σε φωνάζω, σαν κοράκι που πενθεί, σε φωνάζω

Αποκάλεσέ με με το όνομά μου, θέλω από τα χείλη σου να το ακούσω.

Η φιλία είναι δύναμη. 
Τον χρησμό, εσύ, πρώτος,
Μου έδωσες 

Ήχησε την λύρα σου.
Οι σάλπιγγες «έρχονται»







13. Μια πρόποση στη φιλία

Για τα ξενύχτια, τα πάρτι και τα ποτά που ήπιαμε,
για τις χαζές φωτογραφίες, τα νευρικά γέλια και τις αστείες στιγμές,
για τις άσχημες μέρες που ξεπεράσαμε, τους χωρισμούς που βιώσαμε
και τους ανεκπλήρωτους έρωτες που σιχτιρίσαμε,
για όλα αυτά και ακόμα τόσα, θέλω να κάνω μια πρόποση για τη φιλία.
Σήκωσε λοιπόν το ποτήρι σου, τη κούπα ή το φλιτζάνι σου, ψηλά,
και πιες μια γουλιά στην υγειά των φίλων σου.
Γιατί η ζωή είναι στα αλήθεια ένα ταξίδι,
και είναι σαφώς ωραιότερο, όταν έχεις συνοδοιπόρους.
Και πριν ξεμείνω από στίχους, όπως έπαθα με την έμπνευση,
ας αφήσω για επίλογο και ένα μεγάλο ευχαριστώ σε εκείνους τους φίλους,
που μας αντέχουν, μας αποδέχονται, μας αγαπούν.
Και μια ευχή:
Κάθε ψυχή, αν δεν βρει την αδερφή της, να βρει τη φίλη της,
γιατί η αιωνιότητα θα είναι βαρετή, χωρίς λίγη αλητεία. 









14. Κι έμειναν ελάχιστα που δεν είπαμε

Και αφήκες πάνω μου ότι είχες στη ψυχή σου
Με είπες φίλο και με ικέτεψες πρώτη φορά
Το δάκρυ, το έκρυψα καλά να μην φανερωθεί
Εγκλωβισμένος και εγώ μέσα στα δικά μου αδιέξοδα
Πήρα μόνο το χέρι σου και άρχισα να σου μιλώ
Για τα επόμενα λεπτά
δεν ξέρω αν αυτά που σου έλεγα σε άγγιξαν
Δεν ξέρω και εγώ αν τα πίστευα...
Κι έμειναν ελάχιστα που δεν είπαμε
Μόνο στο τέλος ένοιωσα να μου κρατάς ακόμα το χέρι
Και μείναμε κοντά να κοιταζόμαστε στα μάτια
Αυτός που σε αγαπά μένει πάντα κοντά
Και κουβεντιάζουμε ήσυχα, και κουβεντιάζουμε ζωηρά
Και κάποιες μέρες δεν έχουμε να πούμε τίποτα
Και συνεχίζουμε...






15.Θυμάμαι 

Θυμάμαι κάποια γειτονιά στην Σαλονίκη
με τα γεράνια της και τ' άσπρα γιασεμιά,
τότε που πείραζα την φίλη μου την Νίκη
για τα σγουρά της κατακόκκινα μαλλιά.
Θυμάμαι, τις μπλε ποδιές και τα παπούτσια μας τα τρύπια.
Κι αναμνήσεις πλημμυρίζουν την καρδιά,
τότε που άρχισαν τα πρώτα καρδιοχτύπια 
και σταματήσαμε να είμαστε παιδιά.
Μπρός  στο περίπτερο εκείνης της γωνίας,
νοσταλγικά η θύμησή μου ξαναζεί,
όρκους πως κάναμε αιώνιας φιλίας
ότι κι αν γίνει, πάντα θά' μαστε μαζί.
Τα χρόνια πέρασαν και φύγανε και πάνε,
μα οι αναμνήσεις μένουν πάντα στην καρδιά,
και χθες και σήμερα στην θύμησή μου θά΄ ναι 
Η Νίκη με τα κόκκινα μαλλιά.







16. Αχτίδα φωτός

Φίλε μου, συνοδοιπόρε μου
εγώ κι εσύ
εκλεκτοί της προστασίας του Φίλιου Διός
εγώ κι εσύ
η συνείδηση κι ο πολιτισμός, δώρα απ’ του Απόλλωνα το φως.

Φίλε μου, σύμμαχέ μου
ήσουν πλάι μου
δεκάδες φορές δοκιμαστήκαμε παρέα
ήμουν πλάι σου
άλλες τόσες αντέξαμε εντελώς μοιραία.

Φίλε μου, καθαρό μου βλέμμα
αγκαλιά ψυχής
πλάσαμε έναν έρωτα απαλλαγμένο απ’ την τρέλα
καρδιάς φιλί
νιώσαμε βαθιά το ήρεμο σύρε κι έλα.

Φίλε μου, «καθρέφτη» μου
εγώ κι εσύ
υψώσαμε τις ομοιότητές μας σφιχτή γροθιά
εγώ κι εσύ
οι διαφορές, οι αντιθέσεις μας, σοφία έδωσαν ως κληρονομιά.

Φίλε μου, συμπαραστάτη μου
σεβασμός
μέσα από το μοιράζομαι στη χαρά, στη σιωπή
φροντίδα
μέσα από το νοιάζομαι στη λύπη, στην αναμονή.

Φίλε μου, πιστέ
στο πάθος
στέκεσαι αγνός στ’ ανοιχτά των μυστικών παραθυρόφυλλα
στο λάθος
δίνεις ραντεβού στης κατανόησης την εξώθυρα.

Φίλε μου, «γιατρέ» μου
στα μάτια σου
διάχυτο κάποτε το μάλωμα, η έγνοια, η διαφωνία
μα η αγάπη σου
στην απόρριψη υποδεικνύει το «ποτέ» ως αμοιβαία συμφωνία. 




Εδώ τελείωσαν 12 ακόμα συμμετοχές.
Στην επόμενη ανάρτηση θα βρεις 
τις υπόλοιπες 12 συμμετοχές.
Πάτησε

και μπες στην ανάρτηση.